A+ R A-

10-Γλώσσα-Οι τρεις συμβουλές, 09-04-2020

ΔΙΑΒΑΣΜΑ

 Κλίση ρημάτων (φωτοτυπία: δένω, αγαπώ)

Δευτερεύουσες προτάσεις (φωτοτυπία)

Το παραμύθι μπορείτε να το ακούσετε σε αυτόν τον σύνδεσμο:

 https://www.youtube.com/watch?v=QjVT-fCqksE

Οι τρεις συμβουλές (Παραμύθι)


          Κάποτε, τα πολύ παλιά χρόνια, ζούσε σ? ένα χωριό ένας καλός άνθρωπος με τη γυναίκα του και τον γιο του. Τον έλεγαν Μιχάλη και δούλευε σκληρά, για να κερδίζει το ψωμί του. Όμως οι καιροί ήταν δύσκολοι και δύσκολα κατάφερνε να τα βγάζει πέρα.
         Αποφάσισε λοιπόν μια μέρα να ξενιτευτεί, να πάει στην πόλη να δουλέψει. Εκεί θα μπορούσε να βγάζει χρήματα και να στέλνει στην οικογένειά του. Θα νοσταλγούσε βέβαια τη γυναίκα του και το παιδί του, το χωριό και τους φίλους του. Μα τι να κάνει; Μόνον έτσι θα γλίτωνε απ? τη φτώχεια.
        Φίλησε λοιπόν γυναίκα και παιδί κι έφυγε για την πόλη. Ταξίδεψε ημέρες πολλές κι έφτασε κάποτε κουρασμένος. Και μια που δεν ήξερε καμιά τέχνη, χτύπησε την πόρτα ενός αρχοντικού και ζήτησε από τον άρχοντα να τον πάρει για υπηρέτη. Εκείνος δέχτηκε κι έτσι ο Μιχάλης βρήκε σπίτι και τροφή κι άρχισε να κερδίζει χρήματα. Όλα όμως τα έστελνε στην οικογένειά του. Για κείνον δεν κρατούσε τίποτε.
        Πέρασαν δέκα χρόνια κι αποφάσισε πια να γυρίσει στο χωριό του. Αρκετά είχε στείλει στο σπίτι του. Καιρός ήταν πια να επιστρέψει κοντά στα αγαπημένα του πρόσωπα, τη γυναίκα του και το παιδί του.
        Πριν φύγει, ο άρχοντας τον φώναξε και του είπε:

-Δούλεψες τίμια τόσα χρόνια, Μιχάλη. Είσαι καλός άνθρωπος. Γι? αυτό κι εγώ θα σου δώσω για δώρο τρεις πολύτιμες συμβουλές. Να τις θυμάσαι όμως! Έχεις πολύ δρόμο για να φτάσεις στο χωριό σου. Πολλά μπορεί να σου συμβούν. Μα αν ακολουθήσεις τις συμβουλές αυτές, τίποτα δεν έχεις να φοβηθείς.
-Ακούω αφέντη μου, αποκρίθηκε ο Μιχάλης.
-Πρώτα πρώτα, να μη ρωτάς για ό,τι δε σε νοιάζει, είπε ο άρχοντας.
-Καλά, αφέντη μου, αποκρίθηκε ο Μιχάλης. Σ? ευχαριστώ. Κι η δεύτερη;
-Από τον δρόμο σου ποτέ μην ξεστρατίζεις, είπε ο άρχοντας.
-Καλά, αφέντη μου, αποκρίθηκε ο Μιχάλης. Σ? ευχαριστώ. Και η τρίτη;
-Τον βραδινό σου τον θυμό να τον φυλάς το πρωινό, του είπε ο άρχοντας. Άντε τώρα και ώρα σου ώρα καλή!
-Σ? αφήνω γεια, αφεντικό, απάντησε ο Μιχάλης και ξεκίνησε.
          Χρήματα δεν είχε, για ν? αγοράσει άλογο και έτσι πήρε τον δρόμο με τα πόδια. Περπάτησε δυο μέρες και δυο νύχτες και ξαφνικά, τ? άλλο πρωί, βλέπει έναν άνθρωπο, παράξενα ντυμένο, να κολλά χρυσά φλουριά στα φύλλα μιας ελιάς. Περίεργο, σκέφτηκε, γιατί το κάνει αυτό; Γιατί είν? έτσι ντυμένος; Όμως θυμήθηκε τη συμβουλή του αφεντικού του, να μη ρωτά για ό,τι δεν τον νοιάζει κι έτσι συνέχισε το δρόμο του.
-Ε! Σταμάτησε και θέλω να σου μιλήσω, του φώναξε ο άνθρωπος με τα παράξενα ρούχα. Χρόνια τώρα είμαι εδώ και κάνω αυτό που βλέπεις. Περιμένω να δω αν θα περάσει κάποιος  χωρίς να με ρωτήσει το γιατί. Όμως, μόνον εσύ δε με ρώτησες. Μπράβο, δεν είσαι καθόλου περίεργος. Πάρε λοιπόν όλα τα φλουριά που είναι στο δέντρο και στο σακούλι για ανταμοιβή σου. Χαρούμενος ο Μιχάλης μάζεψε τα φλουριά, τα έβαλε όλα στο σακούλι, ευχαρίστησε τον άνθρωπο και συνέχισε τον δρόμο του.
Περπάτησε μια μέρα και μια νύχτα και το άλλο πρωί βλέπει πέντε αγωγιάτες* με τα γαϊδουράκια τους φορτωμένα τρόφιμα, να παίρνουν το δρόμο τον δικό του.
-Ε! καλοί μου άνθρωποι, τους φώναξε. Κάνετέ μου μια χάρη. Άστε με να φορτώσω αυτό το σακούλι σ? ένα γαϊδουράκι. Έρχομαι από μακριά και κουράστηκα να το κρατώ.
-Μετά χαράς, αποκρίθηκαν εκείνοι.
Έτσι, συνέχισαν το δρόμο τους όλοι μαζί κι ο Μιχάλης ευχαριστούσε τον Θεό για την καλή του τύχη.
Ξάφνου βλέπουν από μακριά ένα παλιό ετοιμόρροπο σπίτι. Εκεί μέσα είναι μια ταβέρνα, φώναξε ο ένας αγωγιάτης. Πάμε να πιούμε κρασί.
-Έλα κι εσύ μαζί μας, είπαν όλοι του Μιχάλη.
Εκείνος όμως θυμήθηκε τη δεύτερη συμβουλή του αφεντικού του, ποτέ να μην ξεστρατίζει από το δρόμο του και δεν μπήκε στην ταβέρνα. Κάθισε έξω και φύλαγε τα γαϊδουράκια και τα πράγματα.
         Οι αγωγιάτες στην ταβέρνα, όλο κι έπιναν, έπιναν κρασί, ώσπου μέθυσαν κι άρχισαν να χοροπηδούν και να φωνάζουν. Κι από το πολύ το χοροπηδητό, σε μια στιγμή, γκρεμίζεται η ταβέρνα και πέφτει το ταβάνι στα κεφάλια τους.
          Είδε κι έπαθε ο καημένος ο Μιχάλης να τους βγάλει από κει. Τους περιποιήθηκε, τους έδεσε τις πληγές τους, τους έδωσε νερό να πιουν και τους έβαλε να ξαπλώσουν κάτω από ένα δέντρο. Εκείνοι, για να τον ευχαριστήσουν, του είπαν: «Παρ? τα όλα και τα γαϊδουράκια και τα τρόφιμα, για το καλό που μας έκανες».
         Τώρα ο Μιχάλης με τα γαϊδουράκια φορτωμένα, συνέχιζε χαρούμενος το δρόμο του και σκεφτόταν τη χαρά που θα έκανε η γυναίκα του, όταν θα τον έβλεπε να φτάνει με όλα τούτα τα καλά στο σπιτικό τους.
Περπάτησε ακόμη μια μέρα και τη νύχτα έφτασε επιτέλους στο χωριό τους. Όταν όμως πλησίαζε το σπίτι του, βλέπει έναν άντρα να μπαίνει μέσα και τη γυναίκα του να τον καλωσορίζει.
«Α! έτσι, λοιπόν» σκέφτηκε θυμωμένα. «Εγώ δουλεύω τόσα χρόνια για να της στέλνω χρήματα κι εκείνη με ξέχασε και παντρεύτηκε άλλον. Θα φύγω λοιπόν κι εγώ. Θα γυρίσω πίσω στην Πόλη.»
          Κι έκανε να ξεκινήσει. Θυμήθηκε όμως την τρίτη συμβουλή του αφεντικού του, τον βραδινό του τον θυμό να τον κρατά το πρωινό. Πήγε λοιπόν εκεί δίπλα σε μια καλύβα και κοιμήθηκε ώσπου να ξημερώσει.
Πρωί πρωί την άλλη μέρα, άκουσε να μιλούν στην πόρτα του σπιτιού του. Βγαίνει απ? την καλύβα και βλέπει τον άντρα, που είχε δει το βράδυ, να φεύγει και να λέει στη γυναίκα του:
-Γεια σου, μάνα, θα γυρίσω το μεσημέρι.
Με χαρά τότε κατάλαβε πως ήταν ο γιος του. Είχε μεγαλώσει πια. Είχε γίνει άντρας, τόσον καιρό που έλειπε αυτός στην Πόλη. «Άδικα θύμωσα», σκέφτηκε. «Άδικα παρά λίγο να φύγω πάλι».
          Έτρεξε τρελός από τη χαρά του, τους αγκάλιασε και τους δυο, γυναίκα και παιδί και ξεφόρτωσε τα καλά που είχε φέρει. Κι από τότε δεν ξανάφυγε ποτέ απ? το χωριό του. Έζησε εκεί χρόνια πολλά, με όλα τα καλά του, με τη γυναίκα και το γιο, τα εγγόνια που ήρθαν έπειτα και τα δισέγγονά του.

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

*αγωγιάτες: Πραγματοποιούσαν επί πληρωμή μεταφορές εμπορευμάτων, κρασιών (σε ασκιά), διακινούσαν ταξιδιώτες, ιδιώτες, γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς.

ΑΣΚΗΣΕΙΣ

ΝΑ ΤΙΣ ΓΡΑΨΕΤΕ ΣΤΟ ΤΕΤΡΑΔΙΟ (ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ)  ΚΑΙ ΝΑ ΤΙΣ ΣΤΕΙΛΕΤΕ (MIA ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΑ ΣΕΛΙΔΑ) ΜΕ email ΩΣ ΤΙΣ ΔΥΟ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ.

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

1     Να γράψετε την περίληψη του παραμυθιού «ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ» ως δέκα (10) σειρές.

ΠΡΟΣΟΧΗ:

Επιλέξτε τα σημαντικότερα στοιχεία του κειμένου.

Αποφύγετε τις ανούσιες λεπτομέρειες.

2     Να γίνει γραμματική αναγνώριση των λέξεων της παρακάτω περιόδου:

                    «Φίλησε γυναίκα και παιδί κι έφυγε για την πόλη».

3     Να γράψετε ως είκοσι (20) επίθετα, που να ταιριάζουν με τη λέξη:

                                                    "μάθημα"

Στοιχεία Επικοινωνίας

Διεύθυνση: Εφύρας 44
Πόλη: Κόρινθος
Τ.Κ. 20100
Τηλέφωνο: 2741021980
Φαξ: 2741021980

email: mail@8dim-korinth.kor.sch.gr

Επικοινωνία